Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

Ανεπάρκεια των πολιτών ή δόλος των πολιτικών;




23 Μαρτίου 2017 Πηγή: greekdimo
Η ένταση της προπαγάνδας των ελίτ στην χώρα μας, προκειμένου να μας πείσουν πως είμαστε πολιτικά, αλλά και όχι μόνο, ανεπαρκείς έχει ενταθεί τα χρόνια της κρίσης. Το αφήγημα αυτό είναι ζωτικής σημασίας για το πολιτικό μας σύστημα και την συνέχιση του αποκλεισμού των Ελλήνων πολιτών από την πολιτική ζωή της χώρας. Δεν είναι φρόνιμο να συμμετέχουμε στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων (εδώ βρίσκεται το κυριολεκτικά χρυσοφόρο πεδίο δράσης της παρασιτικής πολιτικής ελίτ) επειδή είμαστε πολιτικά ανεπαρκείς. Μήπως όμως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο; Ας δούμε μία άλλη προσέγγιση στο κείμενο που ακολουθεί.
«Ανεπάρκεια των πολιτών και πολιτικός αποκλεισμός. Αντιμετάθεση αιτίας και αποτελέσματος.
Σύμφωνα με την θεωρία των σχέσεων μεταξύ κατεστημένων – αποκλεισμένων ομάδων, η εικόνα της πολιτικής ανεπάρκειας είναι ένα τυπικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο οι κατεστημένοι παρουσιάζουν τους αποκλεισμένους. Η εικόνα του «ηλίθιου ψηφοφόρου» στιγματίζει με τον ίδιο τρόπο όπως η εικόνα του «ηλίθιου μαύρου». Το στίγμα της πολιτικής ανεπάρκειας και ανωριμότητας των ανθρώπων συμβολίζει την ανώτερη ισχύ των πολιτικών έναντι των «κοινών πολιτών».


 Η αρχαία μορφή της δημοκρατίας, η οποία γίνονταν αντιληπτή ως ιστορικό προνόμιο μίας συγκεκριμένης ομάδας, δεν απέκλειε την καταπίεση άλλων ομάδων, κάτι το οποίο ήταν αρκετά σύνηθες στην παλαιά τάξη πραγμάτων. Το ιδανικό της σύγχρονης δημοκρατίας – ότι δηλαδή όλοι οι άνθρωποι πρέπει να είναι ελεύθεροι και πολιτικά ίσοι μεταξύ τους – είναι ασυμβίβαστο με οποιαδήποτε κατάσταση στην οποία κάποιοι είναι υποκείμενοι της βούλησης άλλων. Έτσι, ο αποκλεισμός μίας ομάδας ανθρώπων, σε μία σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία, από δικαιώματα τα οποία είναι αυταπόδεικτα για όλους πρέπει να δικαιολογηθεί. Στις Η.Π.Α., κατεστημένες ομάδες διαμόρφωσαν μία ιδεολογία η οποία παρουσίαζε τους μαύρους Αμερικανούς ως κατώτερους, με στόχο να τους αποκλείσει από τα πολιτικά δικαιώματα. Σε αυστηρά αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες, το κατεστημένο έχει διαμορφώσει μία ιδεολογία η οποία παρουσιάζει την πλειοψηφία του πληθυσμού (ψηφοφόρων) ως διανοητικά κατώτερη και ανεκπαίδευτη, με σκοπό να δικαιολογήσει την αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση και την ισχύ των λίγων.
Υπάρχουν πολλά ιστορικά παραδείγματα τα οποία δείχνουν πως μια διαμόρφωση, η οποία χαρακτηρίζεται από ανθεκτικές στον χρόνο και μεγάλες ανισορροπίες ισχύος μεταξύ κατεστημένων και αποκλεισμένων, δημιουργεί ιδέες και εικόνες οι οποίες φυσικοποιούν την θέση κάποιου στις ομάδες αυτές. Η υπάρχουσα κοινωνική ανισότητα μεταξύ των κατεστημένων και των αποκλεισμένων δεν γίνεται πλέον αντιληπτή ως κοινωνική κατασκευή, αλλά ως κάτι φυσικό. Σύμφωνα με τον Πιέρ Μπουρντιέ (1990) [1], όσο περισσότερο επιτυχημένα συνδέονται οι σωματικές και διανοητικές προδιαθέσεις με την «τάξη των πραγμάτων», τόσο περισσότερο πλήρης είναι η διαδικασία της φυσικοποίησης.
Η εικόνα της ανεπάρκειας παρουσιάζει μία όψη της πραγματικότητας στην οποία η πλειοψηφία του πληθυσμού εξαιρείται από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων ακριβώς επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι διαθέτουν περιορισμένες διανοητικές ικανότητες. Σύμφωνα με αυτή την αφήγηση, η ανεπάρκεια είναι ιδιότητα των ατόμων. Η πολιτική ανεπάρκεια είναι η αιτία και ο πολιτικός αποκλεισμός το αποτέλεσμα.
Η θεωρία των σχέσεων μεταξύ κατεστημένων και αποκλεισμένων υποστηρίζει  μία διαφορετική πραγματικότητα.  Σύμφωνα με αυτή, πηγή της πολιτικής ανεπάρκειας δεν είναι τα ίδια τα άτομα και οι ιδιότητες τους, αλλά οι σχέσεις μεταξύ των κατεστημένων και των αποκλεισμένων. Δεν αποτελεί ιδιότητα των πολιτών (Tilly 1998 [2]: «ουσία»), αλλά μία πλευρά της σχέσης μεταξύ πολιτικών και πολιτών (Tilly 1998: «δεσμοί»). Είναι  αποτέλεσμα κοινωνικής οργάνωσης, μια έκφραση της θεσμοθετημένης κατηγορικής ανισότητας. Η κύρια διαφορά μεταξύ αντιπροσώπων και αντιπροσωπευόμενων δεν είναι η διανοητικής τους ικανότητα, αλλά η διαφορετική θέση που τα μέλη των δύο ομάδων έχουν στον κοινωνικό αυτό σχηματισμό. Είναι η διαφορά, από την μία πλευρά, μεταξύ της πολιτικής ισχύος της ελίτ και του χαρισμάτων της ομάδας αυτής και, από την άλλη, του πολιτικού αποκλεισμού των «κοινών πολιτών» και των ελαττωμάτων που συνδέονται με την ομάδα τους. Η εξαίρεση των αποκλεισμένων από πολιτικά δικαιώματα αποτελεί την πηγή και όχι το αποτέλεσμα της πολιτικής τους ανεπάρκειας.
Ο στιγματισμός των πολιτών επηρεάζει την διαμόρφωση της έξης [3] (habitus). Η εικόνα του πολιτικά ανεπαρκούς πολίτη είναι η ίδια ένα εργαλείο για την κατασκευή της ανεπάρκειας. Συμβάλει στην μείωση της αυτοεκτίμησης των ανθρώπων και τους αποθαρρύνει από το να γίνουν πολιτικά ενεργοί. Με την αντιμετάθεση αιτίας και αποτελέσματος ενισχύεται η νομιμοποίηση του πολιτικού αποκλεισμού.
Ο αποκλεισμός από την πολιτική δημιουργεί κοινωνικές συνθήκες κάτω από τις οποίες η πολιτική δράση γίνεται περισσότερο δύσκολη. Οι θεσμοί, καθώς επίσης οι εικόνες που έχουμε για την δημοκρατία και τους πολίτες, αποκλείουν τους ανθρώπους με ποικίλους τρόπους από την πολιτική συμμετοχή. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η πολιτική ανεπάρκεια, η οποία με την σειρά της – και αυτό έχει αποδειχθεί επιστημονικά – μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσει τον πολιτικό αποκλεισμό.
Σε μία αμιγώς κοινοβουλευτική δημοκρατία, η πρόσβαση των ατόμων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων αποκλείεται όχι λόγω της έλλειψης πολιτικών ικανοτήτων ή επάρκειας των ξεχωριστών ατόμων, αλλά επειδή ανήκουν στην ομάδα αυτή των ανθρώπων που έχουν κατηγοριοποιηθεί ως «κοινοί πολίτες». Το ερώτημα αν πράγματι οι πολίτες είναι πολιτικά ανεπαρκείς ή όχι δεν έχει κανένα νόημα εντός του συγκεκριμένου πλαισίου. Το σημαντικό ερώτημα εδώ είναι το παρακάτω: κάτω από ποιες συνθήκες, νιώθουν οι πολιτικοί την ανάγκη και είναι επίσης ικανοί να παρουσιάσουν και να συμπεριφερθούν στους πολίτες ως ανεπαρκείς αποκλεισμένους;
Αυτό το οποίο έγραψε η Ελβετή συγγραφέας Iris von Roten σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ αντρών και γυναικών πριν την κατάκτηση ίσων πολιτικών δικαιωμάτων μεταξύ τους, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τις σχέσεις μεταξύ πολιτικών και πολιτών σε μία κοινοβουλευτική δημοκρατία και έτσι να απαντήσει στην παραπάνω ερώτηση: «Χωρίς ίσα πολιτικά δικαιώματα και για τα δύο φύλα, οι άντρες φαίνονται περισσότερο σημαντικοί από τις γυναίκες, είναι ικανοί  – σε βάρος των γυναικών – να απολαμβάνουν περισσότερο την κοινωνική ζωή και φυσικά επιθυμούν αυτό να συνεχισθεί ή να αποκτήσουν ακόμα καλύτερη θέση.  Έτσι, ανεξάρτητα αν μιλάμε για ισχύ, επιρροή, ελευθερία, πλούτο και ιδιοκτησία, αυτοεκτίμηση, κύρος και ανέσεις, κάθε μικρή νίκη των γυναικών αποτελεί αντίστοιχα  μία απώλεια για τους άντρες. Ως εκ τούτου, οι άνδρες θέλουν να αποφύγουν κάτι τέτοιο με οποιοδήποτε τίμημα».
Η πολιτική ανεπάρκεια πράγματι υφίσταται και αποτελεί ένα πρόβλημα για την δημοκρατία. Η εικόνα της ανεπάρκειας επιτρέπει την δικαιολόγηση του πολιτικού  αποκλεισμού των "κοινών πολιτών" ακριβώς λόγω της πολιτικής τους ανεπάρκειας. Η θεωρία των κατεστημένων – αποκλεισμένων ομάδων περιγράφει την σχέση μεταξύ ανεπάρκειας και πολιτικού αποκλεισμού με αντίθετο τρόπο, η αποτροπή της πρόσβασης στην πολιτική συμμετοχή δημιουργεί την πολιτική ανεπάρκεια. Ο αποκλεισμός των πολιτών από την πολιτική συμμετοχή αποτελεί θεμελιώδες χαρακτηριστικό της αμιγώς αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας ως κοινωνικού σχηματισμού. Παρά την όποια εκπαίδευση σχετικά με την δημοκρατία, η κατασκευή της πολιτικής ανεπάρκειας θα συνεχίζει να υφίσταται όσο η θεσμοθετημένη κατηγορική ανισότητα μεταξύ πολιτών και πολιτικών επικρατεί.
Rolf Buchi
Από το βιβλίο Direct Democracy in Europe. Developments and Prospects. VS Verlag 2007 (σελ. 74-76). Η έμφαση δική μας.
[1] Bourdieu, Pierre (1990): La domination masculine. Η ανδρική κυριαρχία κυκλοφορεί και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη.
[2] Tilly, Charles (1998): Durable Inequality. Berkeley and Los Angeles, University of California Press.
[3] Το habitus/έξη αποτελεί ένα σύνολο ιστορικών κοινωνικών σχέσεων, πραγματωμένων στα πεδία που συναποτελούν το κοινωνικό σύμπαν και ενσταλαγμένων εντός των ατομικών υποκειμένων υπό τη μορφή νοητικών και σωματικών σχημάτων αντίληψης, αξιολόγησης και δράσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: